Εξώθερμες και ενδόθερμες αντιδράσεις
Για την πραγματοποίηση μιας αντίδρασης πρέπει αρχικά να έρθουν σε επαφή τα αντιδρώντα μεταξύ τους. Πολλές χημικές αντιδράσεις, όπως το σκούριασμα του σιδήρου κατά την αντίδρασή του με οξυγόνο, αρχίζουν αμέσως χωρίς θέρμανση, άλλες όμως, όπως η παρασκευή του θειούχου σιδήρου, χρειάζονται θέρμανση για να ξεκινήσουν.
Για να ξεκινήσει η καύση του ξύλου, δηλαδή η αντίδραση του με το οξυγόνο, χρειάζεται να του δοθεί αρχικά λίγο θερμότητα με τη μορφή της φλόγας. Όμως, μετά την εκκίνηση της αντίδρασης δε χρειάζεται να συνεχιστεί η θέρμανση. Αυτό συμβαίνει επειδή κατά τη διάρκεια της καύσης παράγεται θερμότητα και η θερμοκρασία παραμένει αρκετά υψηλή για να συνεχιστεί η αντίδραση. Οι αντιδράσεις που συνοδεύονται από έκλυση θερμότητας ονομάζονται εξώθερμες. Οι καύσεις είναι οι πιο συνηθισμένες εξώθερμες αντιδράσεις.
Η διάσπαση του οξειδίου του υδραργύρου αντίθετα για να πραγματοποιηθεί απαιτεί θέρμανση καθ’ όλη τη διάρκεια της, καθώς απορροφά συνεχώς θερμότητα. Η θερμότητα μπορεί να προέρχεται από κάποιο θερμαντικό σώμα ή από το περιβάλλον. Επίσης, η ηλεκτρολυτική διάσπαση του νερού είναι ενδόθερμη αντίδραση, αφού απαιτείται κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας. Οι αντιδράσεις που συνοδεύονται από απορρόφηση θερμότητας, ονομάζονται ενδόθερμες αντιδράσεις.
Η ταχύτητα των χημικών αντιδράσεων ποικίλει ανάλογα με τις ουσίες που αντιδρούν. Οι καύσεις πραγματοποιούνται σχετικά γρήγορα ,ενώ το σκούριασμα του σιδήρου αρκετά αργά. Συνήθως, όσο μεγαλύτερη είναι η θερμοκρασία στην οποία πραγματοποιείται μια αντίδραση τόσο μεγαλύτερη και η ταχύτητα της.
Μια εφαρμογή αυτής της παρατήρησης βρίσκεται στην αποθήκευση των τροφίμων στο ψυγείο. Εκεί η χαμηλή θερμοκρασία καθυστερεί τις χημικές αντιδράσεις που θα οδηγούσαν στην αλλοίωση των τροφών και παρατείνει τη διάρκεια ζωής τους.